
Εκτακτοσυστολική αρρυθμία
Όταν η καρδιά “φτερουγίζει”
Όλοι μας έχουμε κάποια στιγμή νιώσει την καρδιά μας να “φτερουγίζει” ή να χάνει ένα χτύπο.
Στις περισσότερες περιπτώσεις τo σύμπτωμα αυτό είναι αθώο, τουλάχιστον στους νεότερους και υγιείς ανθρώπους.
Το αίσθημα παλμών, όπως ονομάζεται, είναι ένα συχνό και ενοχλητικό σύμπτωμα που εκφράζει αρρυθμία της καρδιάς.
Η καρδιά σε φυσιολογικές συνθήκες λειτουργεί με σταθερό ρυθμό, ο οποίος αυξομειώνεται ανάλογα με τις ανάγκες του οργανισμού. Η αρρυθμία είναι ένα σύμπτωμα που προκύπτει από κάθε αλλαγή στον καρδιακό ρυθμό. Είναι έκφραση της καρδιάς, όπως ο βήχας, που δείχνει ότι κάτι συμβαίνει.
Οι αρρυθμίες χωρίζονται σε δύο μεγάλες κατηγορίες στις υπερκοιλιακές και τις κοιλιακές, ανάλογα με την προέλευσή τους από τις δομές της καρδιάς.
Οι υπερκοιλιακές έχουν πιο θορυβώδη εμφάνιση και χαρακτηρίζονται επίσης από απότομη έναρξη και αιφνίδια διακοπή. Εκδηλώνονται με αίσθημα παλμών, αίσθημα διακοπών του φυσιολογικού παλμού της καρδιάς, δύσπνοια – λαχάνιασμα, ταχυκαρδία και ζάλη.
“Οι υπερκοιλιακές ταχυκαρδίες δεν είναι επικίνδυνες. Συνήθως οφείλονται σε κοινά αίτια, όπως τη νικοτίνη του τσιγάρου, την υπερκατανάλωση καφέ και το άγχος. Επίσης είναι πολύ συχνές σε γυναίκες μετά την εμμηνόπαυση, καθώς διαταράσσεται η παραγωγή των ορμονών και σε ασθενείς με γαστροοισοφαγική παλινδρόμηση και υπερθυρεοειδισμό”.
Οι αρρυθμίες αυτές είναι αθώες στο μεγαλύτερο ποσοστό, εάν δεν υπάρχει οργανικό υπόστρωμα.
Από την άλλοι οι κοιλιακές αρρυθμίες που προκύπτουν από τις κοιλιές της καρδιάς, μπορεί να είναι απειλητικές για την ζωή του ασθενούς.
Οφείλονται σε παθολογικά αίτια, όπως στεφανιαία νόσο, έμφραγμα του μυοκαρδίου, βαλβιδοπάθεια, μυοκαρδιοπάθειες, καρδιακή ανεπάρκεια κ.α.
“Η κοιλιακή ταχυκαρδία μπορεί μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα να εξελιχθεί σε κοιλιακή μαρμαρυγή, μία θανατηφόρα αρρυθμία, που αποτελεί τον συχνότερο μηχανισμό αιφνίδιου καρδιακού θανάτου”.
Πως γίνεται η διάγνωση
Ο ασθενής που έρχεται στο ιατρείο με αίσθημα παλμών θα πρέπει να υποβληθεί σε εξετάσεις για να διαπιστωθεί εάν υπάρχει αρρυθμία και τι είδους είναι.
Η διάγνωση τίθεται με την κλινική εξέταση, το καρδιογράφημα και το holter ρυθμού 24ωρης καταγραφής.
Στην συνέχεια για να διαπιστωθεί ότι υπάρχει αρρυθμία, χρειάζονται πιο εξειδικευμένες εξετάσεις όπως το τεστ κοπώσεως και ένα υπερηχογράφημα καρδιάς. Ανάλογα με τα ευρήματα μπορεί να χρειαστεί περαιτέρω διερεύνηση με απεικονιστικές εξετάσεις όπως η μαγνητική τομογραφία ή η στεφανιογραφία.
Οι υπερκοιλιακές αρρυθμίες μπορούν να αντιμετωπιστούν εκπαιδεύοντας τον ασθενείς σε κινήσεις που διεγείρουν το παρασυμπαθητικό σύστημα. Εάν πρόκειται για κολπική μαρμαρυγή τότε συστήνεται φαρμακευτική αγωγή με αντιαρρυθμικά φάρμακα και αντιπηκτική αγωγή, για την πρόληψη του εγκεφαλικού επεισοδίου.

Θεραπεία
Οι υπερκοιλιακές αρρυθμίες μπορούν να αντιμετωπιστούν εκπαιδεύοντας τον ασθενείς σε κινήσεις που διεγείρουν το παρασυμπαθητικό σύστημα. Εάν πρόκειται για κολπική μαρμαρυγή τότε συστήνεται φαρμακευτική αγωγή με αντιαρρυθμικά φάρμακα και αντιπηκτική αγωγή, για την πρόληψη του εγκεφαλικού επεισοδίου.
“Συστήνουμε αλλαγές στον τρόπο ζωής όπως απώλεια βάρους, αποχή από τον καφέ και το αλκοόλ και διακοπή του καπνίσματος. Εάν υπάρχει άλλο αίτιο που προκαλεί την αρρυθμία, όπως η γαστροοισοφαγική παλινδρόμηση ή ο υπερθυρεοειδισμός, θεραπεύοντας το αίτιο μειώνονται ή εξαφανίζονται τελείως οι αρρυθμίες”.
Όταν τα φάρμακα αποδειχθούν ανίκανα να διορθώσουν ή να ελέγξουν την κολπική μαρμαρυγή, μπορεί να χρειασθεί θεραπεία με επεμβατικές μεθόδους.
“Η ανάταξη του καρδιακού ρυθμού μπορεί να γίνει με δύο τρόπους. Είτε με την λεγόμενη ηλεκτρική ανάταξη όπου κάνουμε ένα ηλεκτροσόκ στο θωρακικό τοίχωμα και επαναφέρουμε το φυσιολογικό ρυθμό της καρδιάς, είτε με την κατάλυση με καθετήρες, όπου καυτηριάζουμε το κέντρο που προκαλεί την αρρυθμία. Σήμερα η μέθοδος έχει εξελιχθεί και αντί να καίμε με την χρήση του λέιζερ παγώνουμε τα κυκλώματα που προκαλούν την κολπική μαρμαρυγή”.
Η κατάλυση χρησιμοποιείται σε ασθενείς που εμφανίζουν πολύ συχνές υποτροπές οι οποίες δεν μπορούν να προληφθούν με φάρμακα ή σε νέους ανθρώπους, που έχουν καθημερινά και έντονα συμπτώματα που χαλούν την ποιότητα ζωής τους και τους καθιστούν μη λειτουργικούς στην καθημερινότητά τους.
“Στο 80% των περιπτώσεων όπου προχωράμε σε κατάλυση, οι αρρυθμίες εκμηδενίζονται. Ωστόσο υπάρχει και μια μερίδα πληθυσμού που δεν μπορεί να υποβληθεί στην μέθοδο της κατάλυσης, λόγω βαριάς καρδιακής ανεπάρκειας ή άλλων δομικών διαταραχών της καρδιάς”.
Αντίστοιχα, στις κοιλιακές αρρυθμίες η θεραπεία εξαρτάται από τη φύση των αρρυθμιών και από την ύπαρξη ή όχι υποκείμενης καρδιοπάθειας.
Μπορεί να περιλαμβάνει φαρμακευτική αγωγή με αντιαρρυθμικά φάρμακα ή οι αρρυθμίες να υποχωρήσουν θεραπεύοντας το αίτιο που τις προκαλεί.
Στην περίπτωση της ιδιοπαθούς κοιλιακής αρρυθμίας, όπου δεν υπάρχει κάποια παθολογική βλάβη που να την προκαλεί, ενδείκνυται η μέθοδος της κατάλυσης με καθετήρες.